Συνέντευξη με τη Ρούλα Καραπάνου

«Αυτό που με φοβίζει είναι η ώρα που δε θα’ χουμε μνήμη»

Του Λάκη Φουρουκλά

 

Ο «Κύκλος της οργής» (Ωκεανίδα) που παρουσιάσαμε πρόσφατα μέσα απ’ αυτές τις σελίδες είναι κατά την ταπεινή μας άποψη, ένα από τα καλύτερα μυθιστορήματα που κυκλοφόρησαν φέτος. Ασχολείται με τα μύρια βάσανα ενός φτωχού κι αθώου αλβανού που έρχεται στην Ελλάδα ψάχνοντας τον παράδεισο για να βρει τελικά την ανθρώπινη κόλαση. Ταυτόχρονα ασχολείται και με τα μικρά και μεγάλα ψυχικά και άλλα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι επιβάτες του λεωφορείου που έχει, μέσα στην απελπισία του απαγάγει. Είναι μια ανθρώπινη ιστορία που βάζει τον αναγνώστη σε σκέψεις, αλλά που, επίσης, τον συναρπάζει με την πλοκή και τις ανατροπές της. Όμως, επειδή πιστεύουμε ότι κανείς δεν μπορεί να μας μιλήσει γι’ αυτό το βιβλίο καλύτερα από τη συγγραφέα του, ας της δώσουμε το λόγο.

 Γιατί επιλέξατε αυτό το θέμα για το τελευταίο σας βιβλίο; Πάντως προσωπικά μου φαντάζει σαν «καυτή πατάτα»; 

Χρησιμοποίησα  ένα τραγικό γεγονός που σημάδεψε την πρόσφατη ελληνική επικαιρότητα  ως κεντρικό καμβά του μυθιστορήματος μου. Απαγωγή λεωφορείου με επιβάτες ομήρους. Μου κέντρισε το  ενδιαφέρον  το παραπάνω γεγονός και αυτό γιατί  άπτεται του μεγάλου κοινωνικού προβλήματος που λέγεται μετανάστευση.   Είναι ένα θέμα καυτό θα’ λεγα. 

Όντως  μπορεί και να είναι μια καυτή πατάτα! Αρκεί να μη είναι απλώς πατάτα! Ο Θεός να με φυλάει από κάτι τέτοιο.

 Δε νομίζετε ότι ο τρόπος που παρουσιάζετε τους Έλληνες θα μπορούσε να θεωρηθεί τουλάχιστον προκλητικός για κάποιους;

   Γιατί εστιάζετε το θέμα  μόνο στους Έλληνες;  Ο Μανόλης δεν πέρασε τα ίδια και χειρότερα στην Γερμανία;  Βίοι παράλληλοι, αφού η μετανάστευση είναι ίδια μες τους αιώνες.  Άνθρωποι εξαθλιωμένοι που εγκαταλείπουνε την πατρίδα τους για μια καλύτερη τύχη.  Και που όπως είναι φυσικό τους περιμένουν βάσανα, δυσκολίες, ταλαιπωρίες  και συχνά εκμετάλλευση.  Κυρίως όταν είναι λαθρομετανάστες!   Που σημαίνει πως είναι πιο ευάλωτοι  σε κάθε είδους εκμετάλλευση.

  Είναι ο Τζίνο θύμα των καιρών ή των καταστάσεων;

Μια τέτοια αντίληψη θα προέκυπτε ίσως από ένα διαφορετικό τέλος….

Ναι θα έλεγα, μέχρι που κατεβαίνει από το πούλμαν.  Αλλά δεν είναι μόνο αυτός.. Πάλι ξεχνάτε επιλεκτικά τον Έλληνα μετανάστη, το  Μανόλη.  

Σας αρέσει περισσότερο να τραβάτε αυτιά παρά να χαϊδεύετε, ή κάνω λάθος;

Εξαρτάται. Σίγουρα όμως απεχθάνομαι την υποκρισία. Όμως  το τράβηγμα αυτιού σημαίνει τιμωρία. Και αυτό δεν είναι δουλειά δική μου. 

   Οι καλοί κι οι κακοί υπάρχουν παντού, αλλά στο βιβλίο σας τον παλμό τον δίνουν οι τελευταίοι. Είστε, λοιπόν, τόσο πολύ απογοητευμένη από τους ανθρώπους;

   Φαντάζομαι πως δεν έχετε αντίρρηση ότι οι κακοί πλεονάζουν σε αυτόν τον κόσμο.   Κι’ αν δίνουν τον παλμό, σίγουρα  είναι γιατί είναι πιο επιθετικοί  και πιο εντυπωσιακοί. Αλλά προς Θεού, δεν διακρίνατε τους καλούς στο βιβλίο μου;  Ο Μανόλης δεν είναι καλός; Ο Μήτσος δεν είναι καλός; Κι’ όχι μόνο, δε συμβολίζει την ελπίδα; Σε κάποιο σημείο ο Τζίνο Πέζα λέει για τον Μήτσο. «Αν υπάρχει ένας καλός, σίγουρα θα υπάρχει και δεύτερος». Και αυτή η ελπίδα  του δίνει κουράγιο. Και ας μη ξεχνάμε πως ανήκει και αυτός στο αστυνομικό σώμα. Κάποιοι μπάτσοι του κλέψανε στην αρχή τα χαρτιά του.  Αυτός όμως γίνεται ο φύλακας άγγελος του!  Ακόμα και τον  αστυνόμο Μαντάγαρη τον κατατάσσω στους «ικανούς και τίμιους αξιωματικούς» έτσι δεν είναι;  Άσχετα  αν σε κάποια στιγμή παρασύρεται από τον «Ρασπούντιν» και του δίνει ένα σκαμπίλι.. Ο νεαρός φοιτητής, ο Τάσος δεν είναι καλός;  Εγώ θα’ λεγα πως όχι απλώς είναι καλός αλλά και υπόδειγμα ήθους. Η Τζίλντα, η γυναίκα του Μανόλη δεν είναι καλή; Η Γιαννούλα; Δεν είναι θύμα και αυτή; Στο μυθιστόρημά  μου προσπάθησα να παρουσιάσω την αέναη θα’ λεγα μάχη του καλού με το κακό. Τζίνο – Αλούς, τα αδέλφια. Ο καλός  Αλβανός, και ο κακός. Οι καλοί  αστυνομικοί και οι σκάρτοι. Οι φιλόξενοι και αγνοί κάτοικοι της Πλατανιάς σε αντιδιαστολή με τους πρωτευουσιάνους.  Αντιπαρέρχομαι και επιστρέφω την ερώτηση. Μήπως εσείς είσαστε τόσο απογοητευμένος  από τους ανθρώπους  και διακρίνετε στο βιβλίο μου μόνο τα γκρίζα;

   Είμαι της άποψης ότι το ανατρεπτικό τέλος του «Κύκλου της οργής» του αφαιρεί μελλοντικούς αναγνώστες. Δε νομίζετε ότι μ’ ένα διαφορετικό τέλος θα μπορούσε να κατακτήσει περισσότερο κοινό μέσω της «στόμα με στόμα» διαφήμισης;

Παραβλέπετε  ότι δεν πρόκειται για την ίδια την ιστορία  του  Αντόνιο  Φλαμούρ, αλλά για μία δεύτερη, μυθιστορηματική.  Με το αναφαίρετο δικαίωμα του συγγραφέα να διαλέξει  όποιο φινάλε εκείνος κρίνει!  Στη δική του ιστορία!

Εγώ προσπάθησα να δώσω  ένα τέλος  θα’ λεγα  δίκαιο. Με την έννοια πως πάνε φούντο οι σάπιοι  και σώζονται οι αγνοί.  (Εδώ, αποφεύγω επιμελώς τις λέξεις καλός – κακός,  για να μη μπλέξουμε σε φιλοσοφικές ερμηνείες, του τι είναι καλό, και τι κακό). Θα πρέπει να παραδεχτούμε πως στη ζωή συμβαίνουν  κάποιες φορές,  πιο σκληρά γεγονότα από όσο θα τολμούσε  ένας συγγραφέας. να γράψει.  Χαρακτηρίζετε το τέλος του μυθιστορήματος μου ανατρεπτικό. Ως προς τι όμως;

Σας ρωτάω λοιπόν. Για παράδειγμα, δεν θα προτιμούσατε στη πραγματική ιστορία να’ χε σωθεί ο Έλληνας φοιτητής όπως κάνω εγώ στο μυθιστόρημα μου;

Εγώ, διάλεξα ένα φινάλε που ο αναγνώστης να αισθάνεται την ίδια ανακούφιση που νοιώθει όταν τελειώνει μια αρχαία τραγωδία με  την επιβεβλημένη «κάθαρση»που χρησιμοποιούσαν οι πρόγονοί μας..

Και πιστεύω πως αν εκτιμηθεί αυτό σωστά, όχι μόνο δε  χάνω μελλοντικούς αναγνώστες αλλά ακριβώς το αντίθετο. Χωρίς αυτό να σημαίνει και τίποτα.

Κοιτάτε, ας μην υποτιμάμε τους Έλληνες αναγνώστες.  Και εδώ απαντάω «πακέτο»  και στην επόμενη ερώτηση σας. Δεν πιστεύω πως ο Έλληνας  είναι ρατσιστής. Εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις ηλίθιων Ελληναράδων… Είμαι σίγουρη πως το Πανελλήνιο συγκλονίστηκε παρακολουθώντας την πρόσφατη δίκη του ρατσιστή Καζάκου (μου διαφεύγει το μικρό του) που σκόρπισε το θάνατο και τη φρίκη σε όποιον μετανάστη εύρισκε μπροστά του. Το ίδιο με εκείνα τα καλόπαιδα τους  «Χρυσαυγήτες»  προ ημερών στο Πολυτεχνείο.   Ο Έλληνας από πάντα υπήρξε φιλόξενος. Και αν ανέπτυξε πολιτισμό  είναι γιατί σαν ναυτικός λαός (χώρα που περικλείεται από θάλασσα) ερχόταν  σε επαφή με άλλους λαούς. Η γνώση μεταδίδεται. Ο πολιτισμός βασίζεται στη γνώση και στη μάθηση. Άλλωστε ας μη ξεχνάμε.  Κάποτε η ελληνική κοινωνία μετανάστευε και σήμερα  δέχεται μετανάστες.   Η μετανάστευση προφανώς βρίσκεται  σε έξαρση τα τελευταία χρόνια κυρίως μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και τις ανακατατάξεις  που γίνονται σε παγκόσμια κλίμακα. Όμως είναι ένα φαινόμενο που το συναντάμε μέσα στους αιώνες  αενάως  γιατί πάντα υπάρχουν χώρες και λαοί με προβλήματα. Και δύσκολα μπορείς να εμποδίσεις κάποιους που δυστυχούν να αναζητήσουν νέες πατρίδες και ευκαιρίες για μια καλύτερη ζωή.  Όσο υπάρχει δυστυχία και καταπίεση θα υπάρχει και μετανάστευση.  Άλλωστε ας  μη ξεχνάμε πως τους χρειαζόμαστε.   Η  Ελλάδα σήμερα έχει ανάγκη από εργατικά χέρια.

Να και η ερώτηση που απαντήσατε ήδη: Τι πρέπει να γίνει κατά τη γνώμη σας για να γίνει η ελληνική μια πιο ανοικτή και φιλόξενη κοινωνία; Ας πάμε λοιπόν παρακάτω…

Θα λέγατε ότι ως λαός έχουμε επιλεκτική μνήμη;

Αυτό που με φοβίζει είναι η ώρα που δε θα’ χουμε μνήμη. Η παγκοσμιοποίηση εμπεριέχει και αυτόν τον κίνδυνο.

Ας περάσουμε σ’ ένα άλλο θέμα. Πως βλέπετε τα πράγματα στη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία; Πάει καλά; Ή μήπως συμμερίζεστε την άποψη εκείνων που τα βλέπουν όλα μαύρα;

Είμαι αισιόδοξη. Ανάλογα με το αναγνωστικό κοινό που υπάρχει ο αριθμός των βιβλίων που εκδίδονται είναι υπερβολικός. Αλλά αυτό σημαίνει πως  γράψε – γράψε, όλο και κάτι καλό θα μείνει. 

Διαβάσατε κάποιο μυθιστόρημα πρόσφατα που να σας άρεσε και το οποίο θα θέλατε να συστήσετε στους αναγνώστες; 

Μα ναι, πρόσφατα ξαναδιάβασα μετά από κάποιο μεγάλο διάστημα τα δικά μου. «Τα κόκκινα νύχια», «Τα αλογάκια της Παναγίας» και το «Εν αναμονή». Τα συστήνω ανεπιφύλακτα!  

Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σας συγγραφείς, και ποιοι, κατά τη γνώμη σας, σας επηρέασαν; 

Ντοστογιέφκι και Μαρκές. Δυο έργα τους με έχουν συγκλονίσει. «Έγκλημα και τιμωρία»  και «100 χρόνια μοναξιάς». Και τα δυο,  πρόσφατα τα ξαναδιάβασα μετά από πολλά χρόνια.. Σπάνια ξαναδιαβάζω κάτι. Όχι, δεν νομίζω ότι έχω επηρεαστεί από κάποιον. Μακάρι να συνέβαινε, καλό θα’ τανε. . 

 Ποια συμβουλή θα δίνατε σ’ ένα νέο συγγραφέα στα πρώτα του βήματα; 

Να μη το δει σαν επάγγελμα.

Περιγράψτε τη Ρούλα Καραπάνου με λίγες λέξεις (αν θέλετε φυσικά)… 

Καλά τώρα! Ας με κρίνουν οι άλλοι.

Πέντε πράγματα για τα οποία αξίζει κανείς να ζει; 

Ελευθερία, ελευθερία, ελευθερία, ελευθερία, ελευθερία, με υγεία.

 

Links: Παρουσίαση του βιβλίου "Ο κύκλος της οργής"

 

 

www.elogos.gr