Γαβριήλ Βαρούδης   «ΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ»

 

 

 

Κοίταξε πάνω χωρίς προειδοποίηση

Χωρίς κάποιος να του έχει πει κάτι.

Αντίκρισε όλο περιέργεια και ενθουσιασμό

αλλόκοτα σχήματα και κυβιστικές ομορφιές.

Κοιτώντας από ένα μικρό παραθυράκι στον 6ο όροφο

δεν μπορούσε να δει και πολλά.

Μακάρι να μπορούσε να πάει στη μεγάλη τζαμαρία του γραφείου αλλά…

Έβαλε  τα δυο του χέρια στις άκρες του παραθυριού.

Αν τον έβλεπε κανείς θα νόμιζε ότι προσπαθούσε να το ξεχειλώσει.

Tην ώρα που πάλευε με τις στενές διαστάσεις, που είχε δώσει η βούληση του ανθρώπου στο παραθυράκι του μπάνιου, η προσοχή του αποσπάται από μια τεράστια αρμάδα πειρατών που του επιτίθεται να τον αρπάξει.

Στη συνέχεια τον παρακολουθεί ένα μεγάλο μάτι που στο ασπράδι του χορεύουν μεθυσμένοι Βίσονες, ενώ μετά από λίγο ξεφυτρώνει από το πουθενά ένα γέρικο άτι που το ιππεύει Άγιος ξεχασμένος. 

Η γη ξαφνικά μεταμορφώνεται σε θάλασσα και απειλεί να πνίξει για μια ακόμα φορά την Ατλαντίδα που σώζεται την τελευταία στιγμή, όταν οι ελπίδες των ανθρώπων βγαίνουν στην επιφάνεια εκλιπαρώντας τον μονόφθαλμο Ποσειδώνα για μια τελευταία ευκαιρία.

Τότε για χάρη μιας τελευταίας ευκαιρίας η θάλασσα γίνεται μανιασμένος αέρας και πάει αλλού να ξεσπάσει την οργή της.

Τα πουλιά κρύβονται και οι ημέρες περνούν σιωπηλές από δίπλα τους.

Ο Μαύρος ίσκιος του χαμένου καιρού βαραίνει το άβολο φτεροκόπημα τους και ο δρόμος προς τον Νότο γίνεται ολοένα πιο μακρινός και αθέατος.

Η πίστη για την επίτευξη του στόχου ξεθωριάζει και η μουρμούρα για τα λάθη των ηγετών φουντώνει.

«Κάψτε την Μουρμούρα και αποκτήστε την γαλήνη μιας θεόπνευστης μπαλάντας»

Είπε ο Γελωτοποιός που κανείς δεν τον παίρνει στα σοβαρά και μόνο για να τους κάνει τούμπες των έχουν.

«Κάψτε τον Γελωτοποιό, αυτός φταίει για τους κακούς οιωνούς» κραύγασε δραματικά ο θεόπνευστος ηγέτης

 και ως δια μαγείας γεννιέται ο αποδιοπομπαίος τράγος.

Έριξε το βλέμμα του απότομα και θλιμμένα κάτω.

«Κοίτα που αυτά συμβαίνουν και εκεί πάνω» συμπέρανε λυπημένα.

Όμως ξαφνικά σαν σε θεία έμπνευση κοιτά στο πιο δίπλα σύννεφο και βλέπει….

Μωρά να φλερτάρουν με το μυστήριο της γέννησης και της ζωής πλατσουρίζοντας σε κολυμπήθρες αμόλυντες και άσπιλες χωρίς να απαιτούν δόξα, πλούτη, δύναμη.

 Χωρίς να απαιτούν τίποτα.

Από την τουαλέτα βγήκε με ένα αυτοκόλλητο χαμόγελο.

Πολλοί συνάδελφοι των ρώτησαν αν αισθανόταν καλά.

Αυτός σαν κωφός τους παραμέρισε και κατευθύνθηκε προς το γραφείο του.

Έκατσε στην φθαρμένη καφέ του πολυθρόνα σαν να καθόταν πάνω σε γαλαζωπό σύννεφο.

Άνοιξε τα λογιστικά του βιβλία με άλλο κέφι. 

 

Γαβριήλ Βαρούδης για το www.elogos.gr

.