Μελισσινάκη Χρύσσα 

 Η γιαγιά μου, πάντα έλεγε ότι το όνομα αντικατοπτρίζει τα νερά της ψυχής μας,, τα δικά μου δεν ξέρω αν είναι θολά, γαλάζια ή διάφανα, αν είναι χρυσά ή από ευτελές υλικό….αρκεί που η ψυχή δεν είναι διψασμένη…

Μέχρι και τη στιγμή που γράφω, έχω στις πλάτες και στη μνήμη 27 χρόνια ζωής …πιστεύω ότι ακόμα θα ζήσω αρκετά, αρκεί να αξίζει …

Να σας πω λοιπόν τι αγαπώ περισσότερο ; τους ανθρώπους…αυτοί είναι το οξυγόνο μου… με τις αδυναμίες και τις χαρές τους, τις λύπες και τα πάθη τους, τις μουσικές και τα λάθη τους, τα όνειρα και τις εικόνες τους, τους ψίθυρους και τα χαστούκια τους….

Αγαπώ εμάς , αγαπώ τη φύση που μας φιλοξενεί, τη θάλασσα, τα δάση, τα βουνά και τα λουλούδια, αγαπώ το χορό, το ρυθμό, τις ατελείωτες εναλλαγές στη ζωή μας…

 

 

 

Cogito λέγανε οι Λατίνοι ,

οι Γάλλοι λέγανε Penseur ,

οι Άγγλοι λένε Think about

και οι Έλληνες λένε σκέψου ντε!!

Γιατί η σκέψη είναι αέρας,

αέρας που βρίσκεται παντού,

αδάμαστος χωρίς εθνότης

όπως το πνεύμα ενός παιδιού.

Γι’ αυτό σου λέω μονάχα σκέψου,

σκέψου τι θα΄σουν στη ζωή,

αν δεν μπορούσες αυτό να κάνεις,

Δε θα΄χες ύπαρξη ούτε ψυχή.

 

 

 

 

 

 

Κοπάζω το ανιαρό ατσάλι

Αποκτώντας μια πρωτογενή προσποίηση

Θηλάζω τον κορυδαλλό

Συσσωρεύοντας το πάθος μου.

Απεχθάνομαι την κατάχρηση της ερωτικής τρέλας

Παραδέχομαι το ψυχορράγημα της μοιχείας

Απορροφώ το ψυχισμό της εχθροπάθειας.

Αποτελειώνοντας το βολικό πρόγονο

Μπερδεύοντας το άρωμα με την απάτη

Ταιριάζοντας την αράχνη με τη δειλία

Συναρμόζω το ατού με την ελεημοσύνη

Σταθεροποιώ το βρύο στο παλαμάρι

Γεννώ πρόωρα και ανώδυνα τον άξονα της εξουσίας

Η φρενοβλαβής στρουθοκάμηλος συλλαμβάνεται πίσω από τη χιονοστιβάδα

Και η απέχθεια στο να παρουσιάζομαι όπως ένα φυλακτό ενός απατεώνα

Με κάνει να προσεγγίζω την αυτονομία της πανουργίας.

Εξοφλώ το θυσιαστήριο με μερική πληρωμή

Αυτοί εισβάλλουν και καταστρέφουν τις τακτοποιήσεις μας.

Η συνεδρίαση της δίκης ναρκώνει τον αλαζόνα ακροβάτη

Τον όλο ευστάθεια και διάπυρο

Όπως το φτερό ενός πτηνού.

Το αδιάβροχο απατά την άβυσσό μας

Απομονώνοντας και αναγκάζοντας την αγαπητή μας υδρογραφία

Να καταργήσει την επιδεξιότητά της.

Χορταίνω την απάρνηση να αυξάνω και να συσσωρεύω τις πράξεις βίας

Εμψυχώνω την εφαρμογή να αρπάζω τη βελόνη

Να συναλλάσσω την άβυσσο

Να συνεταιρίζομαι τον αστρολόγο.

Πρόκειται για το Τέλειο που ακονίζω

και ετοιμάζω να γεμίσει την κενή ζωή μου

Και καταφτάνω….

 

 

 

 

 

 

Αγαπάω αγαπώ

Ρήμα ασυναίρετο

Συναιρείται κι εκποιείται

Και πωλείται στα μισά

Σε καλάθια εκπτωτικά

Και μαζί 2 cd

Κι είναι χάρη μας πολλή….

Και θα έλεγε κανείς

“είσαι τύπος κυνικός

ίσως κι αλληγορικός”

δυστυχώς…

τα παραμύθια

μας μιλούν για την αλήθεια

την απομυθοποιημένη

την καλά ταρυχευμένη…

 

 

 

 

 

 

 

Θέλω να ‘ρθεις να σου το πω και πάλι

Το μυστικό που σε κρατάει στα όνειρά μου

Είναι σαν μια θερμή ανεμοζάλη

Η φλόγα που το πάθος ανάβει στην καρδιά μου.

όταν τα βράδια μόνη μου ξαπλώνω

πνοή ανέμου είναι τα φιλιά σου

και οι αισθήσεις μου αρχίζουν όλες

να γεύονται νοερά τον έρωτά σου.

Μου λες πως μ’αγαπάς και θέλω τώρα

Πιότερο από ποτέ να σε πιστέψω

Μαζί σου αυτό το βράδυ να χορέψω

Το τελευταίο μας χορό πριν να χαθώ…

 

 

 

 

 

 

Σήμερα είναι Κυριακή

Και αύριο Δευτέρα

Βγήκαμε απ’τη φυλακή

Να δούμε άσπρη μέρα.

Μα είναι όλα ψέμματα

Για το ξανθό λιβάδι

Ήτανε μαύρο και βαθύ

Βαθύ και το σκοτάδι.

Τα δαχτυλά σου τρεμοπαίζουν

Όπως η φλόγα των ματιών σου

Και τρεμοσβήνουν και τα χάνω

Όπως το χάδι των μαλλιών σου.

Και μένω πάλι μόνη βράδυ

Μέσα στ’ ολόγιομο σκοτάδι

Από αναμνήσεις και μιμήσεις

Χρόνων φευγάτων, αλλοτινών

Ευτυχισμένων μα μακρινών.

 

 

 

 

 

 

Δική τους κοινωνία

Μέσα στη δυστυχία

Ένα αυτόνομο σύνολο

Είν’ ένα υποσύνολο;

Τι θέση έχει ο Επίκουρος

Ότι τον λάτρευε ο λαός;

Που ήταν ηγέτης

Ή ήταν οφειλέτης;

 

 

 

 

 

 

Τα τρένα φύγαν

Πουλιά που πήγαν

Σε ξένες χώρες

Εδώ και ώρες

Εγώ σε ψάχνω

Μα δε σε βρίσκω

Και είναι ρίσκο

Να επιμένω

Και υπομένω

Αλλοτινή μορφή

Και όνειρο χαμένο.

 

 

 

 

 

 

Ο ακροβάτης της ψυχής

Χαμογελά και κλείνει μάτι

Έμπειρος μιάς άλλης εποχής

Βούλιαξε σ’αδειανό κρεββάτι

Γιατί περίμενε απ’αυτό

Να ολοκληρώσει τη ζωή του

 

Του έρωτα τ’άψυχο κομμάτι

Μόνο απομένει στο κρεββάτι

Και τ’απραγματοποίητο

Γίνεται το αμύητο αυτό

Το πνεύμα στείρο καθαυτό

Ανέκφραστο μες στο σκοτάδι

Μέσα στου πόνου το πηγάδι